Στο τελευταίο μου post έγραψα “Τέρμα η Γκρίνια”, από εδώ και στο εξής θα ασχολούμαι μόνο με προτάσεις και παραδείγματα, για ένα διαφορετικό και καλύτερο αύριο. Προχθές λοιπόν στον Γαστρονόμο της Καθημερινής διάβασα για την βραβευμένη βιολογική και καινοτόμα καλλιέργεια ελαιολάδου του Νίκου και της Μυρτιάς Καλαμποκά από το Πλωμάρι της Λέσβου. Το δικό τους παράδειγμα είναι νομίζω η καλύτερη απάντηση στην πολιτική των επιδοτήσεων και στο περιέργο εξάμβλωμα του αγρότη-δημοσίου υπαλλήλου που αυτή είχε δημιουργήσει. Παραθέτω κόμματια από το
Οικο της Καθημερινής της 11ης Ιανουραίου 2010 (το προχθεσινό δημοσίευμα δυστυχώς δεν το βρήκα).
“Eλαιοχώραφα γεμάτα με αρωματικά φυτά αντίκρισα για πρώτη φορά στα ορεινά κτήματα της οικογένειας Καλαμποκά, στο Πλωμάρι της Λέσβου. Μέχρι τότε δεν ήξερα ότι η ελιά μπορεί να συνυπάρξει με άλλα φυτά, αρωματικά και μη, όπως δεν γνώριζα και τις περισσότερες από τις καλλιεργητικές φροντίδες που εφαρμόζουν ο Νίκος και η Μυρτιά Καλαμποκά. «O,τι και να κάνεις στο χωράφι, η ελιά σ' το επιστρέφει πίσω σε ποιότητα», υποστηρίζει το ζευγάρι, που έχει κάθε λόγο να υπερηφανεύεται για το εξαιρετικής ποιότητας βιολογικό ελαιόλαδο που παράγει. Εύγευστο, αρωματικό και πολυβραβευμένο, το συσκευασμένο -εδώ και δύο χρόνια- ελαιόλαδο Πλωμαρίου «Ειρήνη» μαρτυρεί από μόνο του το ότι η παραγωγή, η επεξεργασία και η εμφιάλωση έχουν προσεχθεί με κάθε λεπτομέρεια.
Tο πρώτο βήμα στην αναζήτηση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής αλλά και διατροφής ήταν μέσω της βιολογικής καλλιέργειας. Στόχος που επετεύχθη το 1996, με τη βοήθεια του πιστοποιητικού οργανισμού ΔΗΩ. Πέρα όμως από την τήρηση όλων των καλλιεργητικών μεθόδων που εγγυώνται την οργανική καλλιέργεια, αυτό που κάνει το ελαιόλαδό τους να ξεχωρίζει είναι το πάθος του Νίκου και της Μυρτιάς να πετύχουν το άριστο προϊόν: μια κοπιαστική και επίμονη προσπάθεια ετών που τους απέφερε πολλές διακρίσεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Ηδη με την εμφάνισή του στην αγορά, το 2008, το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο με την επωνυμία «Ειρήνη» (σ.σ. από το όνομα της μητέρας της Μυρτιάς) σάρωσε τα βραβεία. Μέσα σε δύο μόνο χρόνια έχει λάβει συνολικά έξι διακρίσεις: η πρώτη τον Απρίλιο του 2008, στον διεθνή διαγωνισμό του ιταλικού οργανισμού ελέγχου και πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων Premio Internazionale Biol, ενώ το Μάιο του 2008 ακολούθησε η πρώτη πανελλήνια διάκριση από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Φεστιβάλ Ελαιολάδου και Ελιάς.
Τον Απρίλιο του 2009, το «Ειρήνη» κατέκτησε την κορυφή στα βραβεία του Biol και ταυτόχρονα συγκαταλέχθηκε από τον ιταλικό οργανισμό στη λίστα με τα καλύτερα προϊόντα παγκοσμίως. Τον επόμενο μήνα σειρά είχε το Βραβείο Ποιότητας από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου Mario Solinas (στην κατηγορία «Μεσαία φρουτώδης γεύση»), κάτι σαν το Οσκαρ του ελαιολάδου, και από τον Ιούνιο του ίδιου έτους τo UC Davis Olive Center στην Καλιφόρνια, στo συμπόσιο με τίτλο «Πέρα από το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο», τίμησε το «Ειρήνη» για τον τρόπο καλλιέργειας και άλεσης του καρπού, καθώς και της παραγωγής του λαδιού, τη συντήρηση μετά την παραγωγή κ.λπ. Επειτα από όλα αυτά, ήρθε και η βράβευση από τον πιστοποιητικό οργανισμό ΔΗΩ, ενώ το τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου τούς απένειμε, τον περασμένο Οκτώβριο, πιστοποιητικό περιβαλλοντικά υπεύθυνης επιχείρησης για το σύνολο των δραστηριοτήτων τους.
Πλούσιο σε αρώματα
Μπορεί τα βραβεία να ήρθαν ύστερα από είκοσι χρόνια σκληρής δουλειάς, αλλά αυτό συνέβη γιατί, μέχρι σχετικά πρόσφατα, η οικογένεια Καλαμποκά πωλούσε το παρθένο ελαιόλαδό της εξ ολοκλήρου σε χονδρέμπορο. Η επιμονή τους, ωστόσο, τους οδήγησε, το Μάρτιο του 2009, στο εργαστήριο της εταιρείας Zhaw Life Sciences and Facility Management στην Ελβετία. Εκεί ελέχθησαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του λαδιού και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, μεταξύ άλλων, υπήρχαν αρώματα από άγουρα φρούτα, πικραμύγδαλο, αρωματικά φυτά και πεύκο. Ετσι, η πολύ ιδιαίτερη «μύτη» του ελαιολάδου «Ειρήνη» είχε πλέον και επιστημονική σφραγίδα. «Σήμερα φαίνεται αυτονόητο, αλλά στην αρχή δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεκινήσουμε με τη συσκευασία και την προώθηση του λαδιού.
Ηταν ένας Γολγοθάς, γιατί δεν υπήρχε κανείς να μας βοηθήσει και εμείς δεν ξέραμε τίποτα. Τα μάθαμε όλα μόνοι μας, διαβάζοντας και ψάχνοντας στο Ιντερνετ», θυμάται η Μυρτιά. «Κατάγομαι από τη Λαμία, αλλά στο σπίτι μου δεν καλλιεργούσαμε ελιές• μόνο βαμβάκι και καπνά είχαμε», συνεχίζει ο Νίκος. «Αρχισα λοιπόν να διαβάζω, να ψάχνω και να ακούω προσεκτικά: για παράδειγμα, στην Κρήτη άκουσα έναν παππού να λέει «κάλλιο ψαλίδι στην ελιά παρά κοπριά στη ρίζα». Ηταν η εποχή που μόλις είχα στραφεί στη βιοκαλλιέργεια. Ετσι, όταν γύρισα στο Πλωμάρι, το εφάρμοσα αμέσως. Με την πάροδο του χρόνου, διαπίστωσα ότι είχε αποτέλεσμα. Και αυτό γιατί το ψαλίδι, αντίθετα με το πριόνι, δεν πληγώνει την ελιά. Αντίθετα, της επιτρέπει να βγάζει περισσότερους βλαστούς και κάνει το λάδι πιο γλυκό».
Με σεβασμό στη φύση
Η επιμονή του Νίκου για «τα ψιλά γράμματα» της καλλιέργειας είναι μεγάλη, εξ ου και έχει υιοθετήσει το σύστημα χλωρής λίπανσης του χωραφιού με σπορά ψυχανθών. «Λίγο πριν βγάλουν άνθη τα φυτά, τα κόβω με το χορτοκοπτικό. Με αυτό τον τρόπο, αφήνουν τη γη πλούσια σε άζωτο και το χωράφι γεμάτο τροφή για τα άλογα. Ετσι, έχω κοπριά όλο το χρόνο αντί να αγοράζω βιολογικά λιπάσματα που είναι ακριβά». Ο κ. Καλαμποκάς, μάλιστα, δεν δίστασε να μοιραστεί μαζί μας και κάποια άλλα μυστικά: για παράδειγμα, το ότι δεν οργώνει τα κτήματα με τα λιόδεντρα, για να μη σπάσει τα τριχίδια από τις ρίζες, που παίρνουν την υγρασία της ατμόσφαιρας, ότι φροντίζει τις πεζούλες γιατί δίνουν αέρα και υγρασία στο χώμα, ότι ποτίζει τις ελιές το Μάρτιο και τον Απρίλιο, γιατί εκείνη την περίοδο το έχουν ανάγκη, ότι τις μαζεύει πολύ νωρίς (από τα μέσα Οκτωβρίου)με ήπιους τρόπους, και έτσι δεν πληγώνει το δέντρο, οπότε έχει λάδι κάθε χρόνο - αν και όχι τις ίδιες ποσότητες.
Τα μυστικά είναι πολλά, αλλά σ' εμάς τους καταναλωτές έχει μείνει το θεσπέσιο άρωμα όταν ανοίγεις ένα μπουκάλι από το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο «Ειρήνη» (παράγεται από την «Κολοβή ελιά», μια ποικιλία που συναντάται κυρίως στη Λέσβο). Και αυτό γιατί ανάμεσα στα δέντρα φύονται ρίγανη, φασκόμηλο, θυμάρι, θρούμπι, βαλσαμόχορτο, άγριες αγκινάρες καθώς και κυδωνιές, συκιές και πικραμυγδαλιές. Ετσι, έχω αρχίσει να κολλάω τη μύτη μου στο στόμιο του μπουκαλιού, ακριβώς όπως κάνουμε στα καλά κρασιά.”
Ποιότητα, μεράκι και καινοτομία είναι το τρίπτυχο με το οποίο πρέπει να πορευτούμε στην νέα εποχή, ιδιαίτερα στα προϊόντα τα οποία μας προσφέρει με αφθονία η ελληνική γη.
Υ.Γ. Η ιστοσελίδα του προϊόντος είναι
www.irini-oliveoil.gr
1 σχόλιο:
Μάκαρι οι Ελληνες αγρότες να αρχίσουν να παράγουν ποιοτικά προϊόντα και να στααματήσουν να είναι μεταπρατές κοινοτικών επιδοτήσεων.
Δημοσίευση σχολίου