Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

ΤΑΦΟΣ – ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΑΦΓΑΝΟ

Και επειδή για το 15χρονο Αφγανάκι (που ούτε καν όνομα δεν έχει - όπως σημειώνει η Αναστασία Λαμπρία) δεν πρόκειται να έχουμε - ούτε ξεσηκωμούς, ούτε επαναστάσεις, ούτε βανδαλισμούς - ευτυχώς γιατί ο τρόπος αυτός της αντίδρασης προσωπικά δεν με εκφράζει - αλλά ούτε – αυτό που θα επιθυμούσα και εδώ - μια σιωπηλή διαμαρτυρία χιλιάδων με ένα αναμμένο κερί σε ένδειξη αγανάκτησης, μια και η βία φαίνεται να είναι κατακριτέα μόνο όταν προέρχεται από συγκεκριμένη πλευρά, θα ακολουθήσω την πρόταση της κυρίας Λαμπρία και θα παραθέσω το ποίημα του Κωστή Παλαμά “Τάφος” ως ένα ιδιότυπο μνημόσυνο στο μικρό Αφγανό που έφυγε τόσο άδικα από την ανεξέλεγκτη ενέργεια κάποιων υπανθρώπων.

Ἥσυχα καὶ σιγαλά,

διψώντας τὰ φιλιά μας,

ἀπὸ τ᾿ ἄγνωστο γλιστρᾶς

μέσα στὴν ἀγκαλιά μας.

Ὡς κ᾿ ἡ βαρυχειμωνιὰ

μ᾿ αἰφνήδια καλοσύνη

κ᾿ ἥσυχη καὶ σιγαλὴ

σὲ δέχτηκε κ᾿ ἐκείνη.

Ἥσυχα καὶ σιγαλὰ

σὲ χάιδευεν ὁ ἀέρας,

τῆς νυχτὸς ἠλιόφεγγο

κι ὀνείρεμα τῆς μέρας.

Ἥσυχα καὶ σιγαλὰ

μᾶς γέμιζες τὸ σπίτι,

γλύκα τοῦ κεχριμπαριοῦ

καὶ χάρη τοῦ μαγνήτη.

Ἥσυχα καὶ σιγαλὰ

ζοῦσε ἀπὸ σὲ τὸ σπίτι,

ὀμορφιὰ τ᾿ αὐγερινοῦ

καὶ φῶς τοῦ ἀποσπερίτη.

Ἥσυχα καὶ σιγαλὰ

φεγγάρια, ὢ στόμα, ὢ μάτι,

μίαν αὐγούλα σβήσατε

στὸ φονικὸ κρεββάτι.

Ἥσυχα καὶ σιγαλὰ

καὶ μ᾿ ὅλα τὰ φιλιά μας,

γύρισες πρὸς τ᾿ ἄγνωστο

μέσ᾿ ἀπ᾿ τὴν ἀγκαλιά μας.

Ἥσυχα καὶ σιγαλά,

ὢ λόγε, ὢ στίχε, ὢ ρίμα,

σπείρετε τ᾿ ἀμάραντα

στ᾿ ἀπίστευτο τὸ μνῆμα!

Ἄφκιαστο κι ἀστόλιστο

τοῦ Χάρου δὲ σὲ δίνω.

Στάσου μὲ τ᾿ ἀνθόνερο

τὴν ὄψη σου νὰ πλύνω.

Τὸ χρυσὸ τὸ χτένισμα

μὲ τὰ χρυσὰ τὰ χτένια,

πάρτε ἀπ᾿ τὴ μανούλα σας

μαλλάκια μεταξένια.

Μήπως καὶ τοῦ Χάροντα

καθὼς θὰ σὲ κυττάξει,

τοῦ φανεῖς ἀχάϊδευτο

καὶ σὲ παραπετάξει!

Στὸ ταξίδι ποὺ σὲ πάει

ὁ μαῦρος καβαλλάρης,

κύτταξε ἀπ᾿ τὸ χέρι του,

τίποτε νὰ μὴν πάρεις.

Κι ἂν διψάσεις μὴν τὸ πιεῖς

ἀπὸ τὸν κάτου κόσμο

τὸ νερὸ τῆς ἀρνησιᾶς,

φτωχὸ κομμένο δυόσμο!

Μὴν τὸ πιεῖς κι ὁλότελα

κι αἰώνια μᾶς ξεχάσεις...

βάλε τὰ σημάδια σου

τὸ δρόμο νὰ μὴ χάσεις,

κι ὅπως εἶσαι ἀνάλαφρο,

μικρὸ σὰ χελιδόνι,

κι ἅρματα δέ σοῦ βροντᾶν

παλικαριοῦ στὴ ζώνη,

κύτταξε καὶ γέλασε

τῆς νύχτας τὸ σουλτάνο,

γλίστρησε σιγὰ - κρυφὰ

καὶ πέταξ᾿ ἐδῶ πάνω,

καὶ στὸ σπίτι τ᾿ ἄραχνο

γυρνώντας, ὦ ἀκριβέ μας,

γίνε ἀεροφύσημα

καὶ γλυκοφίλησέ μας!

Τρίτη 9 Μαρτίου 2010

“ΤΡΥΠΙΟ ΒΑΡΕΛΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ” – ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ

Απολύτως εύστοχο το σημερινό κεντρικό άρθρο της ΕΣΤΙΑΣ “ Τρύπιο Βαρέλι το Ελληνικό Δημόσιο” που παραθέτω (η έντονη γραφή και οι σημειώσεις στις παρενθέσεις δικές μου):

"Τρύπιο Βαρέλι το Ελληνικό Δημόσιο

Δεν σώζεται με ταμειακά μπαλώματα.

Πλανώνται όσοι θεωρούν ότι τα μέτρα τα οποία έλαβε η κυβέρνηση θα λύσουν το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας. Μπορεί να μετριάσουν το εφετινό ταμειακό έλλειμμα. Όμως ενόσω δεν αντιμετωπίζεται η αιτία της δημιουργίας των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, το πρόβλημα θα παραμένει. Και η αιτία δεν είναι ο 14ος μισθός των δημοσίων υπαλλήλων, ούτε βεβαίως ο κακός εισπρακτικός μηχανισμός του κράτους. Είναι ο τρόπος λειτουργίας του δημοσίου καθ’ εαυτόν. Το ελληνικό δημόσιο έλλειμμα θυμίζει τρύπιο βαρέλι. Όσο νερό και αν του ρίξεις, το χάνει από παντού. Και όσα μπαλώματα και αν τους κάνεις, ανοίγουν διαρκώς νέες τρύπες.

Ριζική αναδιάρθρωση.

Εν προκειμένω, η πολιτική που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια, αυτό κάνει. Οι κυβερνώντες προσπαθούν να γεμίσουν το βαρέλι με νερό, τουτέστιν να αυξήσουν τα φορολογικά έσοδα. Αλλά επειδή το βαρέλι είναι τρύπιο, τα έσοδα χάνονται. Παράλληλα, κατά καιρούς προσπαθούν να μπαλώσουν κάποιες τρύπες του βαρελιού, μειώνοντας – υποτίθεται – κάποιες δημόσιες δαπάνες. Εν τω μεταξύ όμως έχουν δημιουργηθεί νέες δαπάνες, τουτέστιν νέες τρύπες.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από ταμειακές πλευράς, τα μέτρα που αναγκάστηκε να πάρει η Κυβέρνηση Παπανδρέου είναι σημαντικά. Όμως αν δεν συνδυασθούν με ριζική αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου, εις τρόπο ώστε να παύσει να δημιουργεί νέες δαπάνες, το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί. Θα το ξαναβρούμε μπροστά μας, υπό ακόμα πιο επιτακτική μορφή.

Σκεφτείτε προς στιγμήν τον δημόσιο σαν να ήταν ιδιωτική επιχείρηση. Δεν είναι βεβαίως αυτός ο ρόλος του, αλλά υπηρεσίες παρέχει και αυτό έναντι κάποιου κόστους που επιβαρύνει το κοινωνικό σύνολο. Επομένως οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να παρέχονται με αποτελεσματικό τρόπο. Δηλαδή το κοινωνικό σύνολο να καρπούται τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες με την χαμηλότερη δυνατή επιβάρυνση.

Σήμερα λοιπόν, το κόστος λειτουργίας του δημοσίου σε σχέση με την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει είναι αστρονομικό. Και αυτό ασφαλώς δεν αντιμετωπίζεται με μειώσεις αποδοχών αδιακρίτως σε όλους τους απασχολούμενους σε αυτό. Διότι κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι είναι πολύ πιο παραγωγικοί από άλλους. Είτε επειδή εργάζονται οι ίδιοι πιο φιλότιμα και αποδοτικά είτε επειδή η θέση του είναι πιο χρήσιμη από άλλες παντελώς άχρηστες (Με το post μου “Περί δημοσίων υπαλλήλων” ακριβώς αυτό ήθελα να τονίσω και να προτρέψω τους εργατικούς δημοσίους υπαλλήλους να επαναστατήσουν εναντίον όλων εκείνων των κηφήνων που αυτούς πρωταρχικά υποβαθμίζουν).

Αν μία ιδιωτική επιχείρηση κατέφευγε στην συνταγή της Κυβερνήσεως μειώνοντας τις αποδοχές όλων των εργαζόμενων της, αργά ή γρήγορα θα οδηγείτο στην χρεοκοπία. Διότι έτσι θα εμειούτο η παραγωγικότητα ακόμη και των παραγωγικών τμημάτων της. (Το κίνητρο άλλωστε αποτελεί το Νο 1 παράγοντα ανάπτυξης και προόδου). Οι επιχειρήσεις που θέλουν να επιβιώσουν, είτε περιορίζουν είτε κλείνουν τα τμήματα που δεν είναι παραγωγικά. Και το ελληνικό δημόσιο, αν θέλει να αποφύγει την πτώχευση κάτι ανάλογο πρέπει να κάνει. Να καταργήσει τις άχρηστες υπηρεσίες που δημιουργούν δαπάνες χωρίς λόγο. (Στο Βήμα της Κυριακής και στο άρθρο “Διώξτε 230.000 υπαλλήλους” θεωρείται σχεδόν ειλημμένη η απόφαση της Κυβέρνησης για μείωση του προσωπικού του δημοσίου με διάφορους τρόπους κατά 230.000)

Πρόσθετα Μέτρα.

Εάν κατέφευγε η Ελλάδα στο ΔΝΤ, εκτός από τα μέτρα που ήδη ελήφθησαν θα επεβάλλοντο και απολύσεις στον δημόσιο τομέα. Θα μας έλεγε το ΔΝΤ ότι δεν είναι δυνατόν μία χώρα 11 εκατομμυρίων κατοίκων να απασχολεί περίπου 700 χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους και θα μας υποχρέωνε να τους περιορίσουμε. Το ότι θα ήταν αυτή η συνταγή δεν χωρεί αμφισβήτηση, αφού αυτό είναι η κύρια πηγή δημιουργίας των δημοσίων ελλειμμάτων. Όχι οι μισθοί στο δημόσιο – που δεν είναι υψηλοί (στην πλειοψηφία τους, γιατί υπάρχουν και υπηρεσίες με προκλητικά μισθολόγια) αλλά ο αριθμός των απασχολούμενων σε αυτό. Αν θέλει λοιπόν η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό πρόβλημα στην ρίζα του, ώστε να μην φτάσουμε να μας επιβληθούν νέα μέτρα έξωθεν – που θα είναι χειρότερα των σημερινών – προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί. Να καταλάβει ότι το βαρέλι είναι τρύπιο και ότι δεν επιδέχεται επί μέρους μπαλώματα. Χρειάζεται ριζική ανακατασκευή, ώστε να παύσει να χάνει νερά από παντού."

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ, ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ Ή ΑΠΛΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ;

“Θα φωνάξω τον Ευαγγελάτο και τον Μάκη” ήταν η ατάκα μεσόκοπης κυρίας σε δημοτικό υπάλληλο, ο οποίος της δημιουργούσε προβλήματα στην διεκπεραίωση κάποιας υπόθεσης της. Ανεξαρτήτως του γεγονότος που την οδήγησε σε αυτή την έκρηξη, και του δίκαιου ή άδικου του αιτήματός της, αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα από την φράση της, είναι το πόσο έχει διαπεράσει στην ελληνική κοινωνία η πεποίθηση ότι οι (συγκεκριμένοι) δημοσιογράφοι αποτελούν τους εγγυητές της απονομής δικαιοσύνης σε τούτη δω την χώρα.

Κρυμμένες κάμερες, μαγνητοφωνάκια σε τσέπες, αποτελούν τα εργαλεία αποκάλυψης του ενόχου (ή “ενόχου”) ο οποίος καταδικάζεται αμέσως από το πάνελ των ενόρκων (συνήθως γραφικοί βουλευτές, τηλεοπτικοί δικηγόροι, λαϊκοί αοιδοί, ηθοποιοί) που έχουν στηθεί στο στούντιο, επιλεκτικά προσκεκλημένοι από το δημοσιογράφο-εισαγγελέα. Η συνηθέστερη πρακτική μάλιστα είναι να μην δίνεται στον κατηγορούμενο η δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του, και αν αυτό γίνεται τότε εντάσσεται μόνο στο πλαίσιο της κατοπινής κατακεραύνωσής του, χωρίς δυνατότητα δευτερολογίας και της παρουσίας μαρτύρων υπεράσπισης, από το σώμα των “ενόρκων”. Ο κατηγορούμενος διαπομπεύεται, χωρίς να έχει το δικαίωμα της αποκατάστασης του από το εν λόγω τηλεδικείο σε περίπτωση που αργότερα αποδείξει με πειστήρια την αθωότητα του, η δικαιωθεί από τα δικαστήρια. Πολλές φορές μάλιστα το κατηγορητήριο έχει στηθεί σε μία καταγγελία η οποία δεν έχει διασταυρωθεί επαρκώς, ή ελεγχθεί το ενδεχόμενο να βασίζεται σε ιδιοτελή συμφέροντα.

Δεν αμφιβάλω ότι το δικαστικό σώμα στην χώρα μας έχει υποστεί ένα ισχυρό πλήγμα μετά το παραδικαστικό κύκλωμα και έχει χάσει την έξωθεν καλή μαρτυρία του, αλλά δεν παύει να είναι η μοναδική αρμόδια υπηρεσία απονομής δικαιοσύνης. Το δημοσιογραφικό λειτούργημα οφείλει να ψάχνει, να αναλύει, να εκφέρει άποψη, να παρουσιάζει σίγουρα ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΕΣ μίας υπόθεσης, χωρίς να αποσιωπεί λεπτομέρειες πολύ ουσιαστικές. Δεν είναι αρμοδιότητα των δημοσιογράφων να δέχονται καταγγελίες και αφιλτράριστα να τις εκτοξεύουν στον αέρα. Είναι το λιγότερο αφελές.

Ενδεικτικό του πόσο διαφορετικά έβλεπαν τα πράγματα οι παλιοί δημοσιογράφοι είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το άρθρο “Περί Εξαγωγής Καστάνων” του μεγάλου Παύλου Νιρβάνα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Κ. Αποστολίδη) στην ΕΣΤΙΑ της 27ης Φεβρουαρίου 1930 που αναδημοσίευσε προχθές η εφημερίδα.

“…Υπάρχουν, όμως, αναγνώσται, που έχουν και την τρομεράν αυτήν απαίτησιν. Είνε εκείνοι, που τον εκλαμβάνουν τον χρονογράφον, ως εισαγγελέα και σπεύδουν να του καταγγείλουν διαφόρους κολασίμους πράξεις. Σήμερον ακριβώς έλαβα μίαν μακράν δακτυλογραφημένην επιστολήν, του είδους αυτού, φέρουσαν γυναικείαν υπογραφήν και η οποία δεν είναι άλλο τίποτε, παρά καθαρά καταγγελία, εισαγγελικής αρμοδιότητος. Η καταγγέλουσα διηγείται τα εξής τρομερά: Ήλθεν από την επαρχίαν με τον πάσχοντα σύζυγόν της. Ένας ιατρός τους ανέλαβε. Τους είπεν, ότι θα τους οδηγήση είς την κλινικήν γνωστού διακεκριμένου χειρουργού δια την εγχείρησιν και τους εγέλασε. Τους ωδήγησεν είς κάποιαν άλλην κλινικήν, όπου άλλος ιατρός εξετέλεσε την εγχείρησιν. Ο άρρωστος εμολύνθη και η νοσηλεία του παρετάθη εις την κλινικήν, του λογαριασμού των νοσηλείων του ανελθόντος εις 27.500 δραχμάς. Οι συγγενείς των εν τω μεταξύ, πληροφορηθέντες τα διατρέχοντα, έστειλαν από την επαρχίαν φίλον τους ιατρόν να παραλάβη των ασθενήν και να το μεταφέρει είς άλλη κλινικήν «ειδικού και ευσυνειδήτου ιατρού». Η κλινική όμως δεν εννοούσε να το παραδώσει. Ο μεσολαβήσας ιατρός υβρίσθει και τα μπαούλα του ασθενούς εκληδώθησαν. Τους εζητούντο δε, εν τω μεταξύ και άλλα χρήματα. Επί τέλους, τη επεμβάσει της αστυνομίας, ο ασθενής μεταφέρθει εις άλλη κλινικήν, όπου υπέστη επιτυχώς νέαν εγχείρησιν και εθεραπεύθη, πληρώσας μόνον 8.000 αντί των 27.000 που είχε πληρώσει εις την πρώτην για να γιατρευθή.

Αλλά καλή μου κυρία, αυτά που μου καταγγέλλετε, δεν εννοείτε, λοιπόν, ότι δεν είναι πράγματα της αρμοδιότητος μου; Τι επιθυμείτε, παρακαλώ να πράξω; Να διατάξω τον αρμόδιον ανακριτήν να προβή εις τακτικήν ανάκρισην, προς διαπίστωσιν της ακριβείας των καταγγελλομένων; Να προσδιορίσω το βαθμό της ενοχής εκάστου των καταγγελλομένων προσώπων και να απαγγείλω κατ’ αυτώ κατηγορίας επί απάτη, επαγγελματική ανικανότητα ή αισχροκερδεία; Αλλά κυρία μου δεν είμαι εισαγγελεύς. Κι’ αν με πήρατε ως εισαγγελέα, κάματε λάθος εις την διεύθυνσιν. Ή μήπως απαιτείτε να απαγγείλω δημοσία, από της στήλης αυτής, κατηγορίαν εναντίον όλων των προσώπων, που μου καταγγέλλετε ονομαστί, και να τους παραδώσω εις την κοινήν καταφρόνησιν; Και αν έχετε άδικον; Αν υπερβάλλετε τα πράγματα, με τον δίκαιον πόνον σας, ή τα παρεξηγείτε απλώς; Αν οι άνθρωποι αυτοί είναι αθώοι; Τότε κυρία μου, αντί να μεταβείτε εσείς εις τον Εισαγγελέα, όπως θα ήταν φυσικότερο να κάμετε, θα μεταβώ εγώ – θα με πάνε δηλαδή – πράγμα που δεν μου είνε καθόλου ευχάριστον…”